Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

ΜΥΡΩΝ ΖΑΧΑΡΙΑΚΗΣ ~ Ένας γλάρος που δεν τον έλεγαν Ιωνάθαν

ΜΥΡΩΝ ΖΑΧΑΡΙΑΚΗΣ ~ Ένας γλάρος που δεν τον έλεγαν Ιωνάθαν ~


photo: Mary Koval
Πάνε αρκετά χρόνια που ξέκοψα, ή μάλλον σχεδόν ξέκοψα από το υποβρύχιο ψάρεμα.

Και λέω σχεδόν γιατί κάποιος που έβγαλε τον πρώτο του ροφό στα οκτώ και έχει περάσει, χειμώνα - καλοκαίρι, χιλιάδες ώρες στο βυθό, έχει αποκτήσει μια δεύτερη υπόσταση, ψαρίσια, ή έστω απλά θαλασσινή.

Και το να ξεκόψει τελείως είναι σαν να αρνείται την ίδια του τη φύση.
Ατόνησε το ένστικτο του θηρευτή κι' απόμεινε πιο ζωντανή η ιδιότητα του βουτηχτή, σουλατσαδόρου - παρατηρητή του βυθού.

Για κάμποσα χρόνια τό ριξα στο ψάρεμα από το φουσκωτό.
Παραγάδια, καθετή, τσαπαρί, συρτή.
Απ' όλα, ανάλογα με το ψάρι, την παρέα, τον τόπο και την εποχή.
Τα τελευταία χρόνια, με το φουσκωτό σχεδόν μόνιμα παροπλισμένο,
πέρασα στο στάδιο του στεριανού ψαρά, με τα καλάμια στημένα στο γιαλό.

Πολλές οι ώρες, οι παρέες, οι ψαριές, πολλοί οι τόποι και οι τρόποι, πολλές λοιπόν οι αναμνήσεις κι' οι ιστορίες απ' όλα αυτά.

Ανάμεσα σ' αυτές ένα μικρό περιστατικό που όμως δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Σ΄ένα χειμωνιάτικο ψαροξενύχτι, με Βαρδάρη και χοντρό ψοφόκρυο να περονιάζει μαζί με την υγρασία μέχρι και το μεδούλι απ' τα κόκκαλα,
και με δάχτυλα αγκυλωμένα από την υγρή παγωνιά, έστρωσα το 15άρι* πολυάγκιστρο σφιχτά γύρω απ' τη φρίσσα**, διπλή θηλειά στην ουρά της, 150άρι*** συρόμενο βαρίδι στο παράμαλο**** και τίναγμα στο πέλαγο με την καθιερωμένη βρισιά-γούρι για να φέρει τη δεύτερη λαβράκα της βραδιάς...

Ένα σμήνος από γλάρoυς, που γυρόφερνε πάνω απ' το κεφάλι μου, είχε βάλει στο μάτι τη φρίσσα που κρεμόταν από το καλάμι, γυαλίζοντας προκλητικά με όλο της το ασήμι, φέρνοντας ντελίριο στα πανέξυπνα αλλά πεινασμένα πουλιά.
Υπεύθυνοι γι' αυτή τη μάζωξη ήμασταν και μείς, με το να τους ταΐζουμε με τα μικρόψαρα που βγάζαμε, φαγητά δικά μας και υπόλοιπα δολωμάτων.
(Μέχρι πελεκάνοι από το δέλτα του Αξιού μας είχαν πάρει χαμπάρι,
είχαν εντοπίσει τα στέκια μας, και στις μεγάλες παγωνιές ερχόντουσαν για τροφή, ξέροντας, λες, ότι πάντα είχαμε μαζί μας πολλά κιλά από το ευτελές ψάρι δόλωμα, τη φρίσσα).
- Ώπα...Ώπα ρε Μύρωνα!
Ο Νικόλας, καμμιά 30ριά μέτρα δεξιά μου είχε δεί αυτό που, ξεχνώντας υποχρέωση ρουτίνας, δεν είχα προσέξει εγώ και προσπάθησε να ειδοποιήσει...Αργά όμως...
Καθώς τίναξα το καλάμι προς τα εμπρός, πετώντας το ψάρι-δόλωμα όσο το δυνατόν πιο ψηλά και μακριά, έγινε αυτό που τόσες φορές είχαμε δει και πάντα προσπαθούσαμε να αποφύγουμε.
Το σμήνος αφού σχίστηκε θαρρείς στα δυο για να αποφύγει την 50άρα πετονιά που έσχιζε με τον γνωστό συριγμό τον αέρα, όρμησε προς την ιπτάμενη φρίσσα.
Οι περισσότεροι, πλησιάζοντας, κατάλαβαν ακαριαία ότι κάτι δεν πάει καλά και έστριψαν.
Πάνω στην ανακατωσούρα και τον ανταγωνισμό, ο πιο ζόρικος άρπαξε τη φρίσσα (με το βαρίδι) και φυσικά βρέθηκε μαζί της στο νερό.
Άρχισα να μαζεύω την πετονιά με την ασυνήθιστη ψαριά.
Η κατάσταση φαινόταν - και ήταν - απελπιστική
Ήταν ένας τεράστιος ασημόγλαρος, από τους μεγαλύτερους που έχω δει.
Η φρίσσα είχε σκορπίσει από τα βίαια τινάγματά του για να ελευθερωθεί, και τα περισσότερα από τα δεκαπέντε, δεμένα μεταξύ τους, αγκίστρια είχαν καρφωθεί στα πόδια, το σώμα και το λαιμό του, με δύο από αυτά μέσα στο στόμα του.
Παράλληλα είχε γίνει κυριολεκτικά ένα κουβάρι, μπερδεμένος μέσα στη χοντρή πετονιά.
Παρ' όλη την απελπιστική του κατάσταση ο Φρίσσας, όπως κατόπιν τον ονόμασα, αμυνόταν, όπως μπορούσε, για τη ζωή του τσιμπώντας με με δύναμη και προσπαθώντας να ελευθερωθεί, πράγμα που έκανε τα πράγματα όλο και χειρότερα γι' αυτόν καθώς η πετονιά όλο και σφιγγόταν στο σώμα και γύρω απ' το λαιμό του και τα αγκίστρια μπηγόντουσαν όλο και πιο βαθιά.
Και ξαφνικά κατάλαβα τι γινόταν.
Ο Φρίσσας έκανε όσο περισσότερο σαματά του επέτρεπε η δεινή του θέση για να ειδοποιήσει, στέλνοντας σήμα κινδύνου (distress signal, σαν ευσυνείδητος καπετάνιος του σμήνους), στο τσούρμο που φτεροκοπούσε σε ένα μανιασμένο κυκλικό πέταγμα πάνω μου, με κραυγές και κάθετες βουτιές για να δουν τί απέγινε με το Φρίσσα.
Σκηνή που ούτε ο Χίτσκοκ δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί και σκηνοθετήσει.
Ο Νικόλας πλησίασε για να βοηθήσει.
- Άστο Μύρωνα, μή το παιδεύεις το ζωντανό. Με τόση ζημιά, (είχε πιει και πάρα πολύ νερό που το έβγαζε λίγο - λίγο όπως τον γυρνούσα ανάποδα), τόση ώρα χωρίς αέρα και με τόσα αγκίστρια πάνω και μέσα του, δεν έχει ελπίδα. τελείωσέ το να μην υποφέρει...
Στο λιγοστό φως του φακού κεφαλής μου πήρε σχεδόν μία ώρα, με βοήθεια και πολλή μουρμούρα από το Νικόλα και ασταμάτητες "κραυγαλέες" διαμαρτυρίες από το τσούρμο πάνω από το κεφάλι μου, που αραίωσε αρκετά, αλλά με αλλαγές βάρδιας όπως πρόσεξε ο Νικόλας, συνέχιζε την παρουσία του για να δει τι θα έκανα με τον καπετάνιο τους...
Στο τέλος της ώρας ένοιωθα σαν χειρούργος μετά από δύσκολη εγχείρηση που πήγε άριστα.
Κρατούσα στα χέρια μου ένα τεράστιο ασημόγλαρο, που από κάποιο σημείο και πέρα, όχι γιατί παραιτήθηκε, αλλά, πιστεύω, γιατί κατάλαβε ότι θέλω το καλό του, σταμάτησε να με τσιμπά, και τολμώ να πω έως και συνεργάστηκε.
Και τώρα, η κρίσιμη στιγμή...
Χαλάρωσα το σφίξιμο, άνοιξα τις χούφτες και...
Ένας στιγμιαίος δισταγμός, στρίψιμο του κεφαλιού σε μένα λες και ήθελε επιβεβαίωση, και ένα δυνατό φτερούγισμα με πλατάγισμα των τεράστιων
φτερών μόλις τον τίναξα ψηλά στον αέρα.
Οι κραυγές από το τσούρμο, που ακαριαία άρχισε να πληθαίνει και να πυκνώνει, με γλάρους να ξεφυτρώνουν από το πουθενά, θα πρέπει να ακούστηκαν χιλιόμετρα μακριά μέσα στην ερημιά και την ησυχία της νύχτας.
Ο Φρίσσας έκανε δυο τρεις κύκλους πάνω από το κεφάλι μου, και με μια δυνατή μακρόσυρτη κραυγή πήρε το τσούρμο του και χάθηκε στο σκοτάδι της νύχτας.

Εκείνο το βράδυ έχασα το ψάρεμα αλλά κέρδισα το Φρίσσα.
Εγώ δεν τον ξαναείδα. 
Ο Νικόλας παίρνει όρκο ότι τον είδε να σουλατσάρει στη μαρίνα της Αρετσούς.

Εσείς, αν δείτε ένα λεβέντη ασημόγλαρο, με ελαφρά σχισμένο και λειψό το κάτω ράμφος (από το κοφτάκι που του έβγαλε το αγκίστρι), καθώς και το τρίτο, ακριανό δάχτυλο, στο αριστερό του πόδι ακρωτηριασμένο, (πάλι από το κοφτάκι μου), να του δώσετε χαιρετίσματα, και να του πείτε πως τον σκέφτομαι συχνά.

Με πολύ καμάρι σας λέω ότι είναι ο Φίλος μου ο Φρίσσας...

© Μύρων * Σεπτέμβρης 2013
-------------------------------------------------------------------------
* "15άρι πολυάγκιστρο", 15 αγκίστια δεμένα στη σειρά σε απόσταση 1cm περίπου το ένα από το άλλο.
** "φρίσσα" Ψάρι της οικογένειας των Κλυπεϊδών ονομάζεται και σαρδελομάννα (Sardinella iiuritu). Έχει μια χαρακτηριστική χρυσοκίτρινη γραμμή στο ασημένιο πλευρό της ενώ ράχη της είναι γαλάζια. Εδώ το δόλωμα.
*** "150άρι μολύβι" Μολυβένιο διάτρητο βαρίδι βάρους 
150 γραμμαρίων.
**** "παράμαλο" Το ακραίο τμήμα της πετονιάς στο οποίο μπαίνει η κατάλληλη για κάθε περίπτωση "αρματωσιά" (αγκίστρια κλπ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου